ΠΟΣΗ ΦΟΡΜΟΛΗ ΕΙΝΑΙ ΑΡΚΕΤΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΩΣΤΗ ΜΟΝΙΜΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΔΕΙΓΜΑΤΩΝ?

Δρ. Δημήτρης Χατζημπούγιας

το δοχείο περιέχει φορμόλη 10% και το δείγμα (ιστό) το οποίο κατόπιν μονιμοποίησης θα τοποθετηθεί εντός της κίτρινης κασέτας

Ακόμα και αν οι συνθήκες δεν το απαιτούν, σημαντικό είναι ο παθολογοανατόμος να ασχολείται με την φροντίδα των ασθενών με διάφορους τρόπους. Αυτό μπορεί να γίνει μέσω μιας τηλεφωνικής επικοινωνίας ή ακόμα και να έρθει ο ασθενής στο εργαστήριο να δει με τον παθολογοανατόμο τις διαφάνειές του (τα πλακίδιά του) και να συζητήσουν την παθοφυσιολογία της νόσου.

ΧΩΡΙΣ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΕΣ & ΤΥΠΟΠΟΙΗΜΕΝΕΣ ΟΔΗΓΙΕΣ ΜΟΝΙΜΟΠΟΙΗΣΗΣ Είναι γνωστή η αντιπαράθεση που συναντά κανείς στην διεθνή βιβλιογραφία μεταξύ διάφορων εργαστηρίων ιστοπαθολογίας σε ό,τι αφορά τον προτεινόμενο όγκο φορμόλης για την σωστή μονιμοποίηση των χειρουργικών δειγμάτων και βιοψιών. Οι προτεινόμενες σχέσεις όγκου φορμόλης/παρασκεύασμα κυμαίνονται από 0.5:1 έως και 200:1, ανάλογα με το είδος του παρασκευάσματος.br> Αποτελεί γεγονός πως κάθε εργαστήριο ακολουθεί το δικό του πρωτόκολλο μονιμοποίησης, βασιζόμενο σε υποκειμενικές προτιμήσεις, χωρίς σαφή ειδικά επιστημονικά δεδομένα να μπορούν να στηρίξουν την όποια επιλογή. Οι έντονες διακυμάνσεις σε ότι αφορά το πρωτόκολλο μονιμοποίησης αναδεικνύουν την ελάχιστη γνώση και τα μεγάλα περιθώρια για μελέτη που υπάρχουν, για ένα τόσο σημαντικό ζήτημα σχετικά με την μονιμοποίηση του βιοδείγματος. Ο ΛΟΓΟΣ ΠΟΥ ΚΑΘΙΣΤΑ ΤΗΝ ΟΡΘΗ ΚΑΙ ΤΥΠΟΠΟΙΗΜΕΝΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΜΟΝΙΜΟΠΟΙΗΣΗΣ ΥΨΙΣΤΗΣ ΣΗΜΑΣΙΑΣ Ιδιαίτερα σήμερα που η θεραπεία στηρίζεται πολλές φορές στον συνδυασμό ιστολογικής διάγνωσης- ανάλυσης βιοδεικτών, η σωστή και στάνταρ διαδικασία μονιμοποίησης του δείγματος καθίσταται πολύ σημαντικό βήμα στην συνολική διαχείριση του υλικού. Οι αποφάσεις για την διαχείριση του ασθενή λαμβάνονται μέσα από την συνεργασία διαφόρων ιατρικών ειδικοτήτων στα ογκολογικά συμβούλια (όπως π.χ., γενικοί χειρουργοί, ογκολόγοι, ακτινολόγοι, ιστοπαθολόγοι, πνευμονολόγοι, γαστρεντερολόγοι), όπου με βάση τα κλινικά και εργαστηριακά στοιχεία των εμπλεκόμενων ιατρών, ακολουθεί η συνεκτίμηση των ευρημάτων, για να αποφασιστεί η καλύτερη δυνατή αντιμετώπιση, εξατομικευμένη πλέον για τον κάθε ασθενή. Σε αυτή την συνεργασία είναι που ο ιστοπαθολόγος καλείται να δώσει στα μέλη της υπόλοιπης ιατρικής ομάδας του ογκολογικού συμβουλίου την εκτίμησή του για την διάγνωση, όπου μέσα από αυτή τη διάγνωση θα ερευνηθούν τα εξής θέματα: 1. Τύπος της νόσου (πχ. τύπος/κατηγοριοποίηση ενός όγκου) που θα καθορίσει την επιλογή για θεραπεία. 2. Βιολογική συμπεριφορά του όγκου (εξαρτάται από την διάγνωση της ιστολογικής εξέτασης). 3. Αν τα αγγεία, τα νεύρα, οι λεμφαδένες πάσχουν από νόσο (για να γίνει η σταδιοποίηση της νόσου). 4. Αναλύσεις του ιστού με εξειδικευμένες τεχνικές, όπως Ανοσοϊστοχημεία (ερμηνεία Βιοδεικτών) & Μοριακές εξετάσεις (έλεγχος για γονιδιακές μεταλλάξεις του όγκου), τα αποτελέσματα των οποίων θα καθορίσουν με ακόμη μεγαλύτερη λεπτομέρεια την επιλογή για εξατομικευμένη πλέον θεραπεία για τον ασθενή. Οι εξετάσεις λοιπόν που καλείται ένα σύγχρονο εργαστήριο ιστοπαθολογίας να προσκομίσει και ερμηνεύσει στα ογκολογικά συμβούλια είναι: • η ιστολογική διάγνωση, • η ανοσοϊστοχημική μελέτη εφόσον έχει διενεργηθεί για λόγους διαγνωστικούς (με την οποία ανιχνεύεται ο ανοσοφαινότυπος του όγκου) • η ανάλυση και ερμηνεία βιοδεικτών (είτε με ανοσοϊστοχημική μέθοδο, ή με μοριακή μέθοδο, ανάλογα τον τύπο της νόσου), σύμφωνα με την οποία ο ιστοπαθολόγος (παθολογοανατόμος) θα δώσει την καταλληλότερη δυνατή πληροφορία στον θεράποντα ογκολόγο, ο οποίος με τη σειρά του θα έχει όλα πλέον τα δεδομένα για να αποφασίσει την βέλτιστη δυνατή εξατομικευμένη θεραπευτικά επιλογή. ΑΝΑΓΚΗ ΓΙΑ ΓΡΗΓΟΡΗ & ΕΠΑΡΚΗ ΜΟΝΙΜΟΠΟΙΗΣΗ – ΕΡΕΥΝΑ Σύμφωνα με τον Rene J. Buesa, Bsc. HTL (ASCP) καμία μελέτη μέχρι σήμερα δεν έχει αναδείξει πως στην ουσία η μονιμοποίηση του ιστού είναι μια διαδικασία τριών σταδίων που συμβαίνουν ταυτόχρονα αλλά σε διαφορετική συχνότητα και που εξαρτώνται περισσότερο από τον χρόνο και την θερμοκρασία, παρά από την συγκέντρωση της φορμόλης. Ενδελεχής μελέτη που έγινε ανέδειξε ότι η μονιμοποίηση επηρεάζει καταλυτικά την απορρόφηση/διείσδυση της υγρής παραφίνης (paraffin wax infiltration) στον ιστό, την μικροτόμηση του κύβου παραφίνης που περιέχει τον μονιμοποιημένο ιστό, αλλά και στις ιστοχημικές και ανοσοϊστοχημικές αναλύσεις. ΤΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ Τα αξιοσημείωτα αποτελέσματα της μελέτης υποδεικνύουν πως το εργαστήριο που ενδιαφέρεται να πετύχει μείωση του όγκου της φορμόλης που χρησιμοποιεί και του χρόνου μονιμοποίησης που απαιτείται, δεν έχει παρά να μονιμοποιεί τα παρασκευάσματα στους 37οC, ώστε να επιτευχθεί το ζητούμενο: καλή μονιμοποίηση στο συντομότερο δυνατό χρονικό διάστημα. Η μονιμοποίηση με φορμόλη 10% σε θερμοκρασία δωματίου απαιτεί χρόνους μονιμοποίησης τουλάχιστον 48 ωρών. Εφόσον ο ενδεικνυόμενος χρόνος απάντησης (ιστολογικής διάγνωσης) είναι 2 με 3 ημέρες, τότε η μονιμοποίηση σε θερμοκρασία μεγαλύτερη από αυτήν του δωματίου είναι απαραίτητη. Θεωρείται μη αποδεκτό η αύξηση του χρόνου (καθυστέρηση) απάντησης της ιστολογικής διάγνωσης να οφείλεται στην μονιμοποίηση μεγάλης διάρκειας. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ Η μονιμοποίηση με φορμόλη 10% και η επακόλουθη διείσδυση της υγρής παραφίνης στον ιστό είναι εξαρτώμενη από δύο παράγοντες: 1. Χρόνο μονιμοποίησης 2. Θερμοκρασία μονιμοποίησης Ενώ είναι ανεξάρτητη από τον όγκο φορμόλης που χρησιμοποείται. Σχέση όγκου φορμόλης 10% με ιστό σε ποσοστό 2:1 είναι αρκετή ποσότητα ώστε να γίνει καλή μονιμοποίηση για 48 ώρες σε θερμοκρασία περίπου 25οC όπως συμβαίνει στα περισσότερα εργαστήρια. Το χρονικό διάστημα όμως 2 ημερών (48 ωρών) αυξάνει σημαντικά τον συνολικό χρόνο απάντησης (TAT) της ιστολογικής διάγνωσης. Προτείνεται τα εργαστήρια να αναπτύσσουν πρωτόκολλο μονιμοποίησης στους 45οC, ιδανικά κάτω από πίεση, ώστε να μειωθεί ο χρόνος μονιμοποίησης σε περίπου 10 ώρες.